axletree$6319$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

axletree$6319$ - translation to ελληνικό

CENTRAL SHAFT FOR A ROTATING WHEEL OR GEAR
Half shaft; Axles; Halfshaft; Half-shaft; Drive axle; Front axle; Tag axle; Rear axle; Half-axle; Half axle; Axletree
  • bullet trains]]
  • Splines on a front drive axle
  • A [[Denney axle]]
  • wheelset]].
  • A dump truck with an airlift pusher axle shown in the raised position

axletree      
n. άξων άμαξης

Ορισμός

Axle
·noun An axis; as, the sun's axle.
II. Axle ·noun The pin or spindle on which a wheel revolves, or which revolves with a wheel.
III. Axle ·noun A transverse bar or shaft connecting the opposite wheels of a car or carriage; an Axletree.

Βικιπαίδεια

Axle

An axle or axletree is a central shaft for a rotating wheel or gear. On wheeled vehicles, the axle may be fixed to the wheels, rotating with them, or fixed to the vehicle, with the wheels rotating around the axle. In the former case, bearings or bushings are provided at the mounting points where the axle is supported. In the latter case, a bearing or bushing sits inside a central hole in the wheel to allow the wheel or gear to rotate around the axle. Sometimes, especially on bicycles, the latter type of axle is referred to as a spindle.